• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
a bit adv UK, informal (a little)λίγο, λιγουλάκι επίρ
  (μεταφορικά)ελαφρώς επίρ
 Run around a bit and you'll soon warm up.
 Τρέχα λίγο και σύντομα θα ζεσταθείς.
a bit adv UK, informal (slightly)ελαφρώς επίρ
 It's a bit cold in here!
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Είμαι ελαφρώς ξενυχτισμένη και αυτό επηρεάζει την απόδοσή μου στη δουλειά.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
a bit much expr (excessive, intolerable)λίγο πολύ φρ ως επίρ
  υπερβολικό επίρ
  κάπως υπερβολικό φρ ως επίρ
a bit of a mess n UK, informal (chaotic)μπλεγμένος, μπερδεμένος μτχ πρκ
  (καθομιλουμένη)χάλι, μπάχαλο ουσ ως επίθ
  ψιλοχάλια, ψιλομπάχαλο επίρ
 His love life's a bit of a mess.
a bit of a mess n informal (difficult situation)σε άσχημη κατάσταση περίφρ
  (καθομιλουμένη)χάλια επίρ
 To say that the economy is in a bit of a mess is putting it mildly.
a bit of a mess n informal (place: untidy) (καθομιλουμένη, προφορικό: γίνεται)χαμός, ψιλοχαμός ουσ αρσ
  (καθομιλουμένη, προφορικό)χάλια, ψιλοχάλια επίρ
  (καθομιλουμένη, προφορικό)μπάχαλο, ψιλοχάος ουσ ουδ
  (μεταφορικά)άνω-κάτω επίρ
 My house is a bit of a mess, but please come in.
 Γίνεται χαμός στο σπίτι μου, αλλά πέρασε μέσα.
 Το σπίτι μου είναι χάλια (or: ψιλοχάλια), αλλά πέρασε μέσα.
 Το σπίτι μου είναι μπάχαλο (or: ένα ψιλοχάος), αλλά πέρασε μέσα.
 Το σπίτι μου είναι άνω-κάτω, αλλά πέρασε μέσα.
a bit thick adj (substance: not runny)λίγο πηχτός, λίγο παχύρρευστος επίρ + επίθ
Σχόλιο: Το επίρρημα "λίγο" μπορεί να αντικατασταθεί από οποιοδήποτε επίρρημα ανάλογης σημασίας, π.χ. κάπως, ελαφρώς, λιγάκι κ.ά.
 The gravy seems a bit thick; I can stand a spoon in it!
a bit thick adj UK, figurative, pejorative, slang (person: not intelligent) (μτφ, καθομ, προσβλ)λίγο αργός επίθ
  (αργκό, προσβλητικό)τα ζώα μου αργά έκφρ
  χαζούλης επίθ
 He's a bit thick, but really nice all the same.
a bit thick adj informal (person, physique: not thin)λίγο παχύς, κάπως παχύς επίρ + επίθ
  παχουλός επίθ
 He's a bit thick through the waist.
a bit thin adj (substance: too runny)λεπτούλης επίθ
 The gravy seems a bit thin, so I think I'll add some more flour to thicken it up.
a bit thin adj informal, figurative (resources: limited) (μεταφορικά)περιορισμένος, λιγοστός επίθ
 My budget is a bit thin, so I won't be going to Africa this year.
 Ο προϋπολογισμός είναι κάπως περιορισμένος, έτσι δεν θα πάω στην Αφρική φέτος.
a bit too adv informal (overly)υπερβολικά επίρ
  πάρα πολύ φρ ως επίρ
  (επίσημο)υπέρμετρα επίρ
 His hair was a bit too long for me.
 She seemed a bit too calm; something must be wrong.
 Τα μαλλιά του ήταν υπερβολικά μακριά για μένα. // Έμοιαζε υπερβολικά ήρεμη. Μάλλον κάτι δεν πάει καλά.
a bit of [sth] n (small amount) (από κάτι)λίγος επίθ
  λιγάκι επίθ άκλ
 I added a bit of cinnamon to the recipe.
 Πρόσθεσα λίγη κανέλα στη συνταγή.
for a bit adv informal (for a short while)για λίγο φρ ως επίρ
in a bit adv UK, informal (a short while from now) (ΗΒ, καθομιλουμένη)σε λιγάκι έκφρ
 I'm eating dinner now but I'll call you back in a bit.
just a bit adv informal (slightly)ελάχιστα, λιγάκι επίρ
  (ανεπίσημο)λιγουλάκι επίρ
 He has seemed to move just a bit to the left.
just a bit n informal (a small amount)λιγάκι επίρ
  λίγος, ελάχιστος επίθ
 Please, just give me a bit of sugar.
not a bit,
not one bit
adv
informal (not at all)καθόλου επίρ
  ούτε στο ελάχιστο φρ ως επίρ
  ούτε τόσο δα φρ ως επίρ
 Am I bothered about missing the show. Not a bit.
 I'm not a bit worried about this exam because I've revised really hard for it.
quite a bit n (a considerable amount) (για ποσότητα)αρκετά επίρ
 "How much rice do you think I should cook?" "You'll need quite a bit for six people."
quite a bit adv (a considerable length of time)για αρκετή ώρα επίρ
 I've been jogging quite a bit recently.
rich,
a bit rich
adj
informal, figurative (ironic)παράλογος επίθ
  (αργκό, μεταφορικά)κουλός επίθ
  (καθομιλουμένη)κάπως επίρ ως επίθ
 That's a bit rich, coming from you!
 Είναι παράλογο να το λες εσύ αυτό!
a stretch,
a bit of a stretch
n
informal, figurative (exaggeration)υπερβολή ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)παρατραβηγμένος μτχ πρκ
  (μεγάλη υπερβολή)τραβηγμένος από τα μαλλιά έκφρ
 It's a bit of a stretch to call her a teacher. She helps out in the classroom occasionally, that's all.
 Είναι υπερβολή να την αποκαλέσουμε δασκάλα. Βοηθάει καμιά φορά στην τάξη, αυτό είναι όλο.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Ε, όχι και όμορφη η Μαρία! Αυτό είναι τραβηγμένο από τα μαλλιά!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'a bit' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση a bit στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «a bit».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!